Ο όρος «εξυγίανση επιχειρήσεων» αναφέρεται στην προσπάθεια διάσωσης μιας οργανωμένης επιχειρηματικής δομής, όταν αυτή βρίσκεται σε σημείο που δε μπορεί να ικανοποιήσει τους πιστωτές της αλλά και να εξασφαλίσει τη λειτουργία της. Η αποτελεσματική προστασία από τους πιστωτές γίνεται βασικό ζητούμενο στην προσπάθεια εξυγίανσης μαζί με την εξασφάλιση ρευστότητας.

Σε αυτό τη σημείο είναι ζήτημα ουσίας ο έγκαιρος εντοπισμός της δυσλειτουργίας της επιχείρησης. Στην πλειονότητά τους οι δυσλειτουργικές επιχειρήσεις αργούν στο να διαπιστώσουν αυτό το στοιχείο με αρνητικές συνέπειες στη βιώσιμότητά τους. Για παράδειγμα, ένας υψηλός τζίρος είναι δυνατό να υποκρύπτει την ψευδαίσθηση της κερδοφορίας. Σε αυτό το σημείο χρειάζεται να εντυπωθεί στη συνείδηση του επιχειρηματία το ότι δε μπορεί κατά την άσκηση της δραστηριότητάς του να μεταβάλλεται σε άτυπο χρηματοδότη των πελατών του, αυξάνοντας το δικό του δανεισμό και τις επισφάλειες του όταν δε μπορεί να εξασφαλίζει τις πληρωμές από αυτούς. Επίσης ο χρόνος διαπίστωσης αυτών των στοιχείων είναι σημαντικός, με την οικονομική διεύθυνση να παίζει προεξάρχοντα ρόλο. Ο λογιστής σε αυτό το σημείο είναι ανάγκη να λειτουργεί ως επιχειρηματικός σύμβουλος προς την κατεύθυνση της πραγματικής αποτύπωσης της κατάστασης.

Παράλληλα, η δυναμική διεκδίκηση των οφειλομένων είναι προς τη σωστή κατεύθυνση της εξυγίανσης των οικονομικών μιας επιχείρησης για να μπορέσει να αξιοποιήσει χρήματα τα οποία έχουν ήδη δαπανηθεί είτε με τη μορφή υπηρεσιών ή προιόντων. Υπηρεσίες όπως η ασφάλιση πιστώσεων, η προ-όχληση του οφειλέτη στα πλαίσια διερεύνησης της δυνατότητας καταβολής στον ορισμένο χρόνο και η αξιόπιστη επιχειρηματική πληροφόρηση στοιχειοθετούν εξυγιαντικούς παράγοντες μιας επιχείρησης που θέλει να δει τη θέση της δυναμικά στο μέλλον.

Σε νομικό επίπεδο, η προστασία από τους πιστωτές ιδιαίτερα όταν αυτή λαμβάνει χώρα εγγράφως είναι μια από τις αποτελεσματικότερες εξυγιαντικές λύσεις. Σημαντική και εδώ είναι η παραδοχή πως η επιχείρηση θα συνεχίζει να λειτουργεί με την υποστήριξη των πιστωτών της, συνήθως των τραπεζικών.
Λύσεις όπως η ενεχυρίαση μελλοντικών απαιτήσεων για διευθέτηση οφειλών και ενίσχυση της ρευστότητας είναι προς διερεύνηση. Νέα εργαλεία, όπως η κυμαινόμενη ασφάλεια, μπορούν να συζητηθούν σε περιόδους οικονομικής δυσπραγίας όπως αυτές που διανύουμε.

Πολλοί επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν με δυσπιστία τις επιλογές που προσφέρει ο νόμος ειδικά στο προπτωχευτικό στάδιο, διαιωνίζοντας τη δυσπραγία τους και περιμένοντας ουσιαστικά να συμβεί το αναπόφευκτο. Όμως ο νόμος τόσο στο άρθρο 99 όσο και στο 107 αλλά και σε περιπτώσεις όπου επιβάλλεται η διαπραγμάτευση δανειακών υποχρεώσεων προβλέπει μια σειρά μέτρων για τη διασφάλιση της συνέχειας της επιχείρησης για όσο χρόνο αυτή χρειαστεί να σταθεί ξανά όρθια και να γίνει κερδοφόρα. Επαναλαμβάνουμε για άλλη μια φορά τη βαρύνουσα σημασία της χρονικής επιλογής για ανάληψη δράσης: οι παραπάνω επιλογές δεν θα πρέπει να γίνονται όταν είναι γεγονός η οικονομική ασφυξία αλλά όταν αυτή προβλέπεται βραχυπρόθεσμα.

Η λύση της επικείμενης πτώχευσης είναι επίσης ικανή να απαλλάξει τον επιχειρηματία από το βάρος ενός μεγάλου μέρους των αρνητικών πεπραγμένων του και να τον βοηθήσει στο να ξανασχεδιάσει το επιχειρηματικό του μέλλον. Εξάλλου, ακόμα και στην περίπτωση της οριστικής πτώχευσης ένας εξειδικευμένος συνεργάτης μπορεί να προσφέρει πάντα λύσεις προς το συμφέρον της επιχειρηματικής δράσης του ενδιαφερομένου.

Ειδικότερα, η αναδιάρθρωση της επιχείρησης στα πλαίσια του Πτωχευτικού Κώδικα προτείνεται ως ρεαλιστική λύση τόσο από την άποψη της εξοικονόμησης του πολύτιμου απαραίτητου χρόνου για την εξοικονόμηση πόρων, αλλά και της απαγόρευσης τυχόν προσωπικών καταδιωκτικών μέτρων του επιχειρηματία. Στοιχείο ουσίας εδώ είναι η κατάταξη των πιστωτών σε ομάδες και υποομάδες καθώς και των ομοειδών απαιτήσεων, όπως προβλέπεται στα ά. 111-113 του Πτ. Κώδ. Το σχέδιο αναδιοργάνωσης προεξετάζεται από το δικαστήριο και επικυρώνεται από αυτό ύστερα από τη συμφωνία των πιστωτών. Η ελληνική πραγματικότητα είναι αλήθεια πως δεν έχει να δώσει πολλά παραδείγματα στο συγκεκριμένο πεδίο. Αντίθετα, έχει να δώσει παράδειγμα στη λεγόμενη κυμαινόμενη ασφάλεια, όπου η πίστωση δίνεται με ενεχυρίαση συγκεκριμένης ποσότητας εμπορεύματος η οποία πρέπει να παραμένει ποσοτικά αλλά και από άποψη αξίας πάντοτε σταθερή. Το ζήτημα είναι σήμερα η εξεύρεση ευέλικτου πιστωτικού ιδρύματος για να προβεί σε κάτι τέτοιο καθώς είναι ζήτημα ειδικό και θα υπάρξει ανάγκη κατανόησης εκ μέρους του του συγκεκριμένου μηχα Σύμφωνα με τις αλλαγές που έγιναν στον Πτωχευτικό Κώδικα (Ν 3588/2007), κυρίως δε στο άρθρο 99, επιχειρήσεις με έντονα προβλήματα ρευστότητας, καθώς και προβλήματα αδυναμίας εξόφλησης των ήδη ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεών τους, έχουν την δυνατότητα υπαγωγής τους στην διαδικασία της ελεγχόμενης πτώχευσης.

Ο νομοθέτης αποκαλεί την συγκεκριμένη υπαγωγή, ως συνδιαλλαγή, την οποία εν δυνάμει, μπορεί να ενεργοποιήσει κάθε φυσικό ή νομικό πρόσωπο, που αποδεικνύει κατά την παρούσα χρονική στιγμή «δυσκολίες πληρωμών», ή πιθανολογεί ότι σε εύλογο χρονικό διάστημα, θα προκύψει οικονομική αδυναμία, με καθυστερήσεις πληρωμών, σφράγισμα επιταγών, ή διαμαρτύρηση συναλλαγματικών.

Επισημαίνεται ότι αυτό που ονομάζουμε «ληξιπρόθεσμες υποχρεώσεις», καταλαμβάνει κάθε μορφής, άμεσα πληρωτέων πιστώσεων, που αφορούν σε προμηθευτές, τράπεζες, Δημόσιο, Ασφαλιστικούς Φορείς, αλλά ακόμη και σε οφειλόμενες αποδοχές προς τους εργαζόμενους.

Σημειώνεται ιδιαίτερα ότι η επιχείρηση, κατά το ως άνω στάδιο, αντιμετωπίζει μεν σοβαρά προβλήματα πληρωμών, πλην όμως δεν έχει δηλώσει την παύση τους. Βρίσκεται δηλαδή, ένα βήμα πριν από την απόφαση αυτή (παύση πληρωμών) και συνεπώς, όλος ο σχεδιασμός σκοπεύει στην αποφυγή της πτώχευσης. Πτώχευση δε, κατά κανόνα, για αρκετούς πιστωτές που έχουν εισπρακτέες απαιτήσεις από τον πτωχεύσαντα, σημαίνει: «παρά του μη έχοντος, ουκ αν λάβοις», αν η σειρά της κατάταξής τους στον πίνακα των προς ικανοποίηση υποχρεώσεων, δεν είναι από τις πρώτες…

Η επιχείρηση λοιπόν, προβαίνει σε αίτηση προς το Πτωχευτικό Δικαστήριο, με πλήθος δικαιολογητικών, περιγράφοντας την (δυσχερή) κατάσταση των οφειλών της (Παθητικό), ενώ ταυτόχρονα καταθέτει το μέγεθος του Ενεργητικού της, την κοινωνική της προσφορά (κυρίως λόγω, της παροχής εργασίας σε μισθωτούς, αλλά και ενδεχομένως, τον ρόλο που μπορεί να παίζει στο παραγωγικό – εμπορικό κύκλωμα) και τους τρόπους που προτείνει για την αντιμετώπιση αυτής της κατάστασης (εναλλακτικά μέτρα χρηματοδότησης κ.λπ.). Με την κατάθεση της αίτησης, καταβάλλεται παράβολο 5.000 €, το οποίο αφορά στην αμοιβή του Διαμεσολαβητή.

Το Δικαστήριο, κρίνοντας την αίτηση και αποφασίζοντας θετικά, εισάγει την επιχείρηση στην διαδικασία της συνδιαλλαγής, δημιουργώντας ασπίδα προστασίας από αναγκαστικές εκτελέσεις κ.λπ. Ακολούθως, ορίζει τον Διαμεσολαβητή – πραγματογνώμονα (από πιστοποιημένο Πίνακα), ο οποίος αναλαμβάνει την σύνταξη επιχειρηματικού πλάνου για την διαπίστωση της πραγματικής κατάστασης της επιχείρησης – οφειλέτη. Ο Διαμεσολαβητής έχει την δυνατότητα να ζητήσει στοιχεία, τόσο από την ίδια την επιχείρηση, όσο και από πιστωτικά ή χρηματοοικονομικά ιδρύματα, ενώ υποχρεούται να καταθέσει την έκθεσή του, στην Γραμματεία του Πτωχευτικού Δικαστηρίου, εντός 20 ημερών από τον διορισμό του. Η χρονική διάρκεια της συνδιαλλαγής, μπορεί να διαρκέσει δύο έως τρεις μήνες.

Από τον Τύπο, συλλέγουμε την πληροφορία ότι σχετικά μεγάλος είναι ο αριθμός των αιτήσεων ενδιαφερομένων επιχειρήσεων, για την υπαγωγή τους στο άρθρο 99 του Πτωχευτικού Κώδικα. Οι επιχειρήσεις- οφειλέτες, με έντονα προβλήματα πληρωμών, λόγω της οικονομικής κρίσης, προσπαθούν να «εκμεταλλευτούν» την προστασία που τους παρέχει η σχετική διάταξη του Ν 3588/2007.

Η επιχείρηση που θα προχωρήσει στην υποβολή της αίτησης ένταξης στην διαδικασία της συνδιαλλαγής με τους πιστωτές της, είναι σκόπιμο να γνωρίζει ότι η συμπεριφορά της πρέπει να χαρακτηρίζεται από σοβαρότητα και αξιοπιστία. Να παρέχει τα πραγματικά στοιχεία της περιουσίας της και να επιδιώκει σαφώς την έξοδό της από την κρίση. Ιδιαίτερα σημειώνεται, ότι σε περίπτωση αποτυχίας της ως άνω διαδικασίας, η «προβληματική» επιχείρηση θα είναι πολύ δύσκολο να επανακάμψει και τότε, δεν θα αποφύγει την πτώχευση.

Οι πιστωτές και κυρίως οι τράπεζες που καλούνται πάλι να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο στις ως άνω περιπτώσεις της συνδιαλλαγής, θα πρέπει να συμφωνήσουν, τόσο στην χρονική καθυστέρηση της είσπραξης των απαιτήσεών τους, όσο και ενδεχομένως, στην είσπραξη μέρους του χρέους. Είναι μια ευκαιρία για το τραπεζικό σύστημα, να αποδείξει ότι δικαιούται να κατέχει και την κοινωνική διάσταση, πέραν της οικονομικής, στην προσπάθεια εξόδου της οικονομίας γενικότερα και των επιχειρήσεων ειδικότερα, από την κρίση.

Επίσης, θα άξιζε εδώ να αναφερθεί η περίπτωση όπου η περιουσία του οφειλέτη-επιχειρηματία θα μπορούσε να προστατευθεί σε περίπτωση που διορατικά θα προέβλεπε μια δραματική επιδείνωση της κατάστασης.

Αυτή η περίπτωση αναφέρεται σε μια από τις πτωχευτικές δυνατότητες όπου η προγενέστερη μεταβίβαση περιουσιακών στοιχείων δεν θα αποτελούσαν αντικείμενο διεκδίκησης από την πλευρά των πτωχευτικών πιστωτών αφού αυτά δεν θα μπορούσαν να περιληφθούν στη λεγόμενη πτωχευτική περιουσία. Παρότι το τεκμήριο του ά. 17 παρ.2 Πτ. Κώδ. είναι μαχητό στην περίπτωσή μας κάνουμε λόγο για μια καινοτομία που εισάγει ο Πτ. Κ., αυτή του νέου λόγου κήρυξης της πτώχευσης εξαιτίας επαπειλούμενης αδυναμίας εκπλήρωσης της παροχής όπως ορίζεται αυτή στο ά. 3 παρ.2 του ιδίου κώδικα. Αυτή η ενέργεια κινείται από τον ίδιο τον οφειλέτη και αποτελεί δικαίωμά του. Αντικαθιστά αυτή η καινοτομία σε κάποιο σημείο την προβλεπόμενη από τον ΕμπΝ αίτηση ιδίας πτώχευσης. Η παύση πληρωμών στην περίπτωσή μας μπορεί να μην είναι ήδη γεγονός και να μη διαπιστώνεται ως τέτοιο. Η κρίση του δικαστή εδώ θα βοηθηθεί από μια αναφορά των αναμενόμενων εισροών- εκροών όπως αυτή θα παρουσιάζεται σε ένα σύντομο οικονομικό σχέδιο .

Συμπερασματικά, η έννοια της εξυγίανσης της επιχείρησης δεν αφήνει αμέτοχο το νόμο, ο οποίος σε πολλές περιπτώσεις επεμβαίνει δυναμικά προς αυτή την κατεύθυνση. Στοιχεία όπως αυτά της κυμαινόμενης ασφάλειας, επικείμενης πτώχευσης, εξασφάλισης πιστώσεων, αναδιάρθρωσης, προστασίας της περιουσίας του οφειλέτη είναι κάποια από αυτά που θα μας αποσχολήσουν με έντονο τρόπο όταν κάνουμε λόγο για την εξυγιαντική προσπάθεια της -κάθε- επιχείρησης.