Από την αρχή της οικονομικής κρίσης στη χώρα μας μέχρι σήμερα, έχουν μεταναστεύσει για οικονομικούς λόγους στο εξωτερικό αρκετές χιλιάδες άτομα. Εμείς εδώ θα προσεγγίσουμε τις φορολογικές υποχρεώσεις μιας τέτοιας απόφασης. Από τη στιγμή της μετεγκατάστασης και μετά γεννούνται τα ερωτήματα:

– ποιου κράτους είναι φορολογικός κάτοικος το φυσικό πρόσωπο;

– πώς θα φορολογηθεί;

Σύμφωνα με το άρθρο 4 του ν. 4172/2013, ένα φυσικό πρόσωπο είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας, εφόσον:

1.α) έχει στην Ελλάδα τη μόνιμη ή κύρια κατοικία του ή τη συνήθη διαμονή του ή το κέντρο των ζωτικών του συμφερόντων ήτοι τους προσωπικούς ή οικονομικούς ή κοινωνικούς δεσμούς του ή β) είναι προξενικός, διπλωματικός ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος λειτουργός παρόμοιου καθεστώτος ή δημόσιος υπάλληλος που έχει την ελληνική ιθαγένεια και υπηρετεί στην αλλοδαπή.

2. έχει φυσική παρουσία στην Ελλάδα για χρονικό διάστημα άνω των εκατόν ογδόντα τριών (183) ημερών εντός οποιασδήποτε δωδεκάμηνης περιόδου, αδιαλείπτως ή με διαλείμματα, είναι φορολογικός κάτοικος Ελλάδας για το φορολογικό έτος στη διάρκεια του οποίου συμπληρώνεται η δωδεκάμηνη περίοδος.

Τα φυσικά πρόσωπα που επιθυμούν να μεταφέρουν τη φορολογική τους κατοικία στο εξωτερικό οφείλουν να υποβάλουν, το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Μαρτίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης, στο αρμόδιο τμήμα της ΔΟΥ στην οποία ανήκουν, αίτηση (έντυπο Μ0) με συνημμένα τα προτυπωμένα έντυπα του υπουργείου οικονομικών καθώς και τις απαραίτητες υπεύθυνες δηλώσεις. Παράλληλα και εφόσον τα διαθέτουν, συνυποβάλλουν και τα σχετικά δικαιολογητικά που αποδεικνύουν τη φορολογική κατοικία. Σε διαφορετική περίπτωση ο φορολογούμενος θα πρέπει να τα προσκομίσει το αργότερο έως την τελευταία εργάσιμη ημέρα του πρώτου δεκαήμερου του μηνός Σεπτεμβρίου του φορολογικού έτους που ακολουθεί το φορολογικό έτος αναχώρησης.

Τα δικαιολογητικά τα οποία απαιτούνται είναι τα εξής:

• πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας (στην πράξη είθισται πως εάν δεν έχουμε πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας αλλά βεβαίωση φορολογικής κατοικίας, ζητείται συμπληρωματικά και σύμβαση εργασίας ή βεβαίωση εργοδότη) ή
• αντίγραφο της εκκαθάρισης της δήλωσης Φ.Ε. ή
• ελλείψει εκκαθάρισης, αντίγραφο της δήλωσης Φ.Ε.
• Σε περίπτωση που ο φορολογούμενος, δεν εργάζεται στο εξωτερικό, είτε ως μισθωτός, είτε ως ελεύθερος επαγγελματίας κλπ επομένως υπάρχει αδυναμία προσκόμισης των προηγουμένων, προσκομίζεται βεβαίωση από οποιαδήποτε άλλη δημόσια ή δημοτική ή άλλη αναγνωρισμένη αρχή από την οποία να προκύπτει η συνήθης διαμονή του φορολογούμενου.

Για τη γνησιότητα των αλλοδαπών δημοσίων εγγράφων, τα οποία έχουν συνταχθεί στο έδαφος του αλλοδαπού κράτους, απαιτείται σφραγίδα της Χάγης (apostille) καθώς και επίσημη μετάφραση στην Ελληνική γλώσσα.

Από τη διαδικασία αυτή εξαιρούνται τα πιστοποιητικά φορολογικής κατοικίας που εκδίδουν οι φορολογικές αρχές των ΗΠΑ και της Τουρκίας, στο πλαίσιο των ΣΑΔΦΕ που έχουν συναφθεί με τη χώρα μας.

Σημείωση: Επειδή όμως δεν είναι όλες οι χώρες, μέλη της σύμβασης της Χάγης, καλό θα είναι να ενημερώνεται ο καθείς ανάλογα με την χώρα προορισμού του για το ποιες διαδικασίες πρέπει να ακολουθηθούν ώστε τα δημόσια έγγραφα της χώρας αυτής να αναγνωριστούν και από το Ελληνικό Δημόσιο. Για παράδειγμα, ενώ η Κίνα είναι πλέον ένας διεθνής προορισμός με αρκετούς οικονομικούς μετανάστες, δεν έχει υπογράψει τη σύμβαση της Χάγης (εκτός από το Χονγκ Κονγκ και την επαρχία Μακάο) και έτσι ο ενδιαφερόμενος θα πρέπει να απευθυνθεί στο εκεί ελληνικό προξενείο. Παρόμοια είναι και η περίπτωση του Καναδά όπου ο ενδιαφερόμενος πρέπει να επικυρώσει τα καναδικά έγγραφα είτε στο Υπ. Εξωτερικών στον Καναδά, είτε μέσω της Πρεσβείας στην Ελλάδα.

Μετά την κατάθεση των δικαιολογητικών, η ΔΟΥ εντός προθεσμίας δύο μηνών οφείλει να αποφανθεί σχετικά.

Λόγοι απόρριψης από τη ΔΟΥ της αίτησης μεταφοράς.

Με το νέο νομικό πλαίσιο οι ΔΟΥ εξετάζουν πλέον τα πραγματικά δεδομένα πριν τη μεταφορά στη ΔΟΥ κατοίκων εξωτερικού. Πέραν των κριτηρίων της κατοικίας, για να καθοριστεί αν μπορεί κανείς να είναι φορολογικός κάτοικος εξωτερικού, εξετάζονται και άλλες παράμετροι όπως η οικονομική του δραστηριότητα ή οι προσωπικοί του δεσμοί (άρθρο 4 παρ.1α Ν.4172/2013). Οι πιο συνηθισμένες περιπτώσεις που απορρίπτεται η αίτηση μεταφοράς είναι οι ακόλουθες:

1. Σε περίπτωση έγγαμης σχέσης, θα πρέπει και οι δύο σύζυγοι να είναι κάτοικοι εξωτερικού καθώς λόγω της υποχρέωσης υποβολής κοινής δήλωσης, δεν μπορεί να γίνει μεταφορά μόνο του ενός συζύγου λόγο της ύπαρξης σοβαρού κοινωνικού δεσμού όπως αναφέρει ο νόμος. Το ΣτΕ με την πράξη 3/2016 εισήγαγε προς εκδίκαση το ζήτημα αυτό και αναμένουμε εξελίξεις με πιθανή πρόβλεψη εξαιρέσεων από τον ως άνω κανόνα στο μέλλον.

2. Στην περίπτωση που υπάρχει ενεργή ατομική επιχείρηση στην Ελλάδα.

3. Στην περίπτωση που κάποιος είναι ομόρρυθμος εταίρος σε ΟΕ ή ΕΕ .

4. Στην περίπτωση ύπαρξης σχέσης διευθύνοντος συμβούλου σε ΑΕ

5. Στην περίπτωση ύπαρξης σχέσης διαχειριστή σε ΕΠΕ ή ΙΚΕ

Τι σημαίνει φορολογικά η μεταφορά στη ΔΟΥ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ.

Εφόσον γίνει δεκτή η μεταφορά στη ΔΟΥ ΚΑΤΟΙΚΩΝ ΕΞΩΤΕΡΙΚΟΥ, οι φορολογικές αλλαγές οι οποίες επέρχονται έχουν ως εξής:

1. Ο φορολογούμενος που έχει τη φορολογική του κατοικία στην αλλοδαπή, φορολογείται στην Ελλάδα μόνο για το εισόδημα που αποκτά εντός της επικράτειας.
Αντιθέτως ο φορολογούμενος που έχει τη φορολογική του κατοικία στην Ελλάδα υπόκειται σε φόρο στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημα που απέκτησε μέσα στη φορολογική χρήση.

2. Στην περίπτωση που ο μεταφερμένος δεν αποκτά πραγματικό εισόδημα, δεν έχει υποχρέωση υποβολής φορολογικής δήλωσης στην Ελλάδα.

3. Οι κάτοικοι εξωτερικού δεν δικαιούνται τις μειώσεις φόρου στην Ελλάδα για το εισόδημα από μισθωτή εργασία και συντάξεις, εκτός εάν διατηρούν τη φορολογική τους κατοικία σε άλλο κράτος – μέλος της Ε.Ε. ή του Ε.Ο.Χ. και α) τουλάχιστον το ενενήντα τοις εκατό (90%) του παγκόσμιου εισοδήματος τους αποκτάται στην Ελλάδα ή β) αποδεικνύουν ότι το φορολογητέο εισόδημα τους είναι τόσο χαμηλό ώστε θα δικαιούνταν της μείωσης του φόρου δυνάμει της φορολογικής νομοθεσίας του κράτους της κατοικίας τους.

4. Οι φορολογικοί κάτοικοι εξωτερικού δεν υπόκεινται σε τεκμήρια διαβίωσης εφόσον δεν αποκτούν πραγματικό εισόδημα στην Ελλάδα (πχ ο φορολογικός κάτοικος εξωτερικού δεν υπόκειται σε τεκμήρια για την παραθεριστική του κατοικία ή για το αυτοκίνητο που έχει στην Ελλάδα). Εφόσον προκύψει εισόδημα από τόκους κεφαλαίου (έστω και 1 ευρώ) τότε είναι υποχρεωτική η φορολογική δήλωση και ενεργοποιούνται όλα τα τεκμήρια διαβίωσης.

Φορολογικός κάτοικος Ελλάδος με εισοδήματα από την αλλοδαπή.

Όπως αναφέρθηκε και παραπάνω, ο φορολογικός κάτοικος Ελλάδος φορολογείται στην Ελλάδα για το παγκόσμιο εισόδημά του.

Στην περίπτωση λοιπόν που κάποιος αποκτά εισόδημα από την αλλοδαπή, θα πρέπει να δηλώσει το εισόδημα αυτό στη φορολογική του δήλωση και να φορολογηθεί με βάση την πρόβλεψη που υπάρχει στη Σύμβαση Αποφυγής Διπλής Φορολογίας (Σ.Α.Δ.Φ) μεταξύ της Ελλάδος και του κράτους από το οποίο προέρχεται το εισόδημα.

Σημείωση: Αν και η δομή των περισσότερων ΣΑΔΦ ομοιάζει, εν τούτοις δεν είναι όλες ίδιες. Π.χ. Άλλες συμβάσεις προβλέπουν ειδικό τρόπο φορολόγησης για τα μερίσματα, ενώ άλλες συμβάσεις θέτουν ορισμένες προϋποθέσεις προκειμένου να θεωρηθεί κάτοικος της μίας αντισυμβαλλόμενης χώρας, φορολογικός κάτοικος της έτερης αντισυμβαλλόμενης (βλ. ΣΑΔΦ με Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα).

Παραδείγματα:

Α) Έστω ότι φορολογικός κάτοικος Ελλάδος αποκτά εισόδημα από μερίσματα αλλοδαπής εταιρείας. Ο συγκεκριμένος φορολογούμενος θα πρέπει να δηλώσει τα εισοδήματα αυτά στη φορολογική του δήλωση, ανεξάρτητα από το αν εισάγονται στην Ελλάδα ή όχι και να φορολογηθεί γι’ αυτά με το φόρο που προβλέπεται για τα μερίσματα (σήμερα 10%). Έτσι λοιπόν στους κωδικούς 295-296 αναγράφεται το ποσό του μερίσματος προ φόρου, ενώ στους κωδικούς 297-298 αναγράφεται ο φόρος ο οποίος παρακρατήθηκε στην αλλοδαπή, προκειμένου να εκπέσει. Στην περίπτωση που η Ελλάδα δεν έχει, σύμφωνα με την Σ.Α.Δ.Φ., δικαίωμα φορολόγησης, το ποσό του μερίσματος αναγράφεται στους κωδικούς 659-660 προκειμένου να υπολογιστεί η έκτακτη εισφορά.

Β) Έστω φορολογικός κάτοικος Ελλάδος αποκτά εισόδημα από σύνταξη του εξωτερικού. Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να εξεταστεί με βάση τη Σ.Α.Δ.Φ., ποιό κράτος είναι αρμόδιο ώστε να παρακρατήσει το φόρο.

Εδώ υπάρχουν τρεις περιπτώσεις:

1. Φορολόγηση και στα δύο κράτη. Αναγράφεται το καθαρό ποσό της σύνταξης στους κωδικούς 389-390 και ο φόρος που έχει παρακρατηθεί στην αλλοδαπή, αναγράφεται στους κωδικούς 651-652. Υπενθυμίζεται πως ο φόρος που παρακρατήθηκε στην αλλοδαπή αναγνωρίζεται μέχρι του ποσού που αναλογεί για το ίδιο εισόδημα στην Ελλάδα. Για την απόδειξη της παρακράτησης απαιτείται βεβαίωση του αλλοδαπού φυσικού ή νομικού προσώπου που παρακράτησε το φόρο θεωρημένο από την αρμόδια φορολογική αρχή και με σφραγίδα της Χάγης (apostile). Η βεβαίωση πρέπει να είναι πρωτότυπη και επίσημα μεταφρασμένη (μέσω δημόσιας ή ιδιωτικής αναγνωρισμένης υπηρεσίας ή μέσω δικηγόρου).

2. Φορολόγηση μόνο στο κράτος κατοικίας (Ελλάδα). Στους κωδικούς 391-392 αναγράφεται το καθαρό ποσό της σύνταξης που έχει αποκτηθεί στην αλλοδαπή ενώ τυχόν φόρος που έχει παρακρατηθεί στο άλλο κράτος, δεν αναγνωρίζεται. Προκειμένου να εφαρμοστούν οι διατάξεις της οικίας Σ.Α.Δ.Φ και να μην παρακρατηθεί φόρος στο άλλο κράτος, ο φορολογούμενος θα πρέπει να υποβάλλει στις εκεί φορολογικές αρχές το πιστοποιητικό φορολογικής κατοικίας που εκδίδεται μετά από αίτηση στην αρμόδια υπηρεσία του Υπουργείου Οικονομικών. Στην περίπτωση που η παραπάνω διαδικασία δεν είχε γίνει και έχει παρακρατηθεί φόρος, τότε ο φορολογούμενος μπορεί να ζητήσει επιστροφή του φόρου, προσκομίζοντας το προαναφερόμενο πιστοποιητικό στις αρμόδιες φορολογικές αρχές του άλλου συμβαλλόμενου κράτους.

3. Φορολόγηση μόνο στο κράτος από το οποίο προέρχεται η σύνταξη. Το καθαρό ποσό της σύνταξης αναγράφεται στους κωδικούς 659-660 προκειμένου να υπολογιστεί έκτακτη εισφορά.

Επισημαίνεται πως η παραπάνω λογιστική μεταχείριση ισχύει και για εισοδήματα από μισθούς εξωτερικού.

Όπως προαναφέραμε, είναι πολύ σημαντικό πριν από οποιαδήποτε δήλωση εισοδημάτων εξωτερικού, να ελέγχεται το τι προβλέπει η Σ.Α.Δ.Φ προκειμένου να αποφεύγονται πρόσθετες φορολογικές επιβαρύνσεις.

Στις περιπτώσεις που αποκτάται εισόδημα από κράτος χωρίς Σ.Α.Δ.Φ με την Ελλάδα ή από μη συνεργαζόμενα κράτη, τότε ενδέχεται να δημιουργηθούν προβλήματα και ενδεχομένως να υπάρξει διπλοφορολόγηση.