Εκτιμώμενος προσδιορισμός φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων για τα φορολογικά έτη 2015 και επόμενα.
Δημοσιεύθηκε πριν λίγο καιρό η απόφαση Α.1178/2021 της ΑΑΔΕ με την οποία καθορίστηκαν οι λεπτομέρειες για την έκδοση πράξεων εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου εισοδήματος φυσικών προσώπων, ειδικής εισφοράς αλληλεγγύης, τέλους επιτηδεύματος και φόρου πολυτελούς διαβίωσης για τα φορολογικά έτη 2015 και επόμενα, καθώς από τις διασταυρώσεις που κάνει η ΑΑΔΕ διαπιστώνεται ότι αρκετά φυσικά πρόσωπα, από το 2014 και μετά δεν υπέβαλαν δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος, παρότι είχαν υποχρέωση να το πράξουν σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 4172/2013.
Η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου εκδίδεται για εισόδημα που προκύπτει με βάση τα στοιχεία που λαμβάνονται μεταξύ άλλων από:
α) τα ηλεκτρονικά αρχεία βεβαιώσεων αποδοχών ή συντάξεων, αμοιβών από επιχειρηματική δραστηριότητα και εισοδημάτων από μερίσματα, τόκους, δικαιώματα,
β) τα διαθέσιμα στοιχεία που αφορούν λοιπά εισοδήματα και αντικειμενικές δαπάνες διαβίωσης ή απόκτησης περιουσιακών στοιχείων των άρθρων 31 και 32 του ΚΦΕ, τα οποία αποστέλλονται ετησίως από υπόχρεους δυνάμει της υπό στοιχεία ΠΟΛ.1033/2014 απόφασης (ιδιωτικά σχολεία, τράπεζες, ασφαλιστικές εταιρίες, ιδιωτικά θεραπευτήρια, κ.λπ.) ή περιλαμβάνονται στην τελευταία προ του έτους για το οποίο εκδίδεται πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου, υποβληθείσα δήλωση φόρου εισοδήματος και στην περιουσιακή κατάσταση του εκάστοτε έτους, όπως αυτή προκύπτει από το Ολοκληρωμένο Πληροφοριακό Σύστημα Περιουσιολογίου της Α.Α.Δ.Ε.
γ) την ηλεκτρονική βάση δεδομένων, που είναι διαθέσιμη στην Α.Α.Δ.Ε. και δύνανται να αφορούν την άσκηση επαγγελματικής ή επιχειρηματικής δραστηριότητας, καθώς επίσης και από στοιχεία που λήφθηκαν στο πλαίσιο της ανταλλαγής πληροφοριών για την εφαρμογή της διεθνούς διοικητικής συνεργασίας στο πεδίο της άμεσης φορολογίας.
δ) εν γένει κάθε διαθέσιμη πληροφορία από τρίτους που λαμβάνει η Φορολογική Διοίκηση, με βάση τις διατάξεις του άρθρου 15 του ν. 4174/2013, η οποία εξυπηρετεί την ανάγκη διασταύρωσης των δηλούμενων εισοδημάτων, των παρακρατούμενων φόρων ή των δαπανών.
Η απόφαση Α.1178/2021 αφορά στα έτη 2015 και επόμενα, ενώ για το 2014 είχε εκδοθεί η Α.1229/2020 με βάση την οποία η Α.Α.Δ.Ε. εξέδωσε αρκετές πράξεις εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου μετά από διασταυρώσεις που έγιναν για το έτος αυτό.
Μεταξύ των πράξεων αυτών περιέχονται και περιπτώσεις στις οποίες η Α.Α.Δ.Ε. δεν ολοκλήρωσε σωστά κατά την άποψή μας τον έλεγχο των δεδομένων που προήλθαν από τις διασταυρώσεις, με αποτέλεσμα να εκδοθούν πράξεις σε φορολογούμενους τις οποίες όμως στη συνέχεια ακύρωσε η Δ.Ε.Δ.
Σε δέκα και πλέον περιπτώσεις σύμφωνα με πρόσφατες αποφάσεις της Δ.Ε.Δ., (ενδεικτικά ΔΕΔ Α 1493, 1540, 1558, 1793, 1850, 1907, 1976 2004, 2005, 2054, 2051, 2155, 2008/2021) καταλογίστηκε από την Α.Α.Δ.Ε. εισόδημα από μισθώματα σε φορολογούμενους οι οποίοι είτε δεν ήταν ιδιοκτήτες των ακινήτων ή κατείχαν την ψιλή κυριότητα ενώ η επικαρπία ανήκε σε άλλο πρόσωπο, ή ακόμα και περιπτώσεις στις οποίες οι ιδιοκτήτες ήταν περισσότεροι του ενός, ενώ το ενοίκιο χρεώθηκε μόνο σε έναν εξ αυτών αντί να επιμεριστεί αναλόγως.
Στην πλειοψηφία των ανωτέρω περιπτώσεων οι ενοικιαστές είχαν δηλώσει λανθασμένα τα στοιχεία των ιδιοκτητών στα έντυπα Ε1 ή Ε3, με αποτέλεσμα οι διασταυρώσεις να οδηγήσουν την Α.Α.Δ.Ε. στην έκδοση λανθασμένων πράξεων εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου σε φορολογούμενους οι οποίοι δεν είχαν εισπράξει τα συγκεκριμένα ενοίκια και συνεπώς δεν όφειλαν να δηλώσουν τα αντίστοιχα εισοδήματα.
Κατά την άποψή μας, ειδικά στις διασταυρώσεις που αφορούν στα μισθώματα ακινήτων (με βάση τα έντυπα Ε1, Ε2 και Ε3 και τα τυχόν άλλα στοιχεία) η Α.Α.Δ.Ε. οφείλει να ελέγχει —εκτός των άλλων— και την κυριότητα των ακινήτων ή των ποσοστών ιδιοκτησίας μέσω του εντύπου Ε9 πριν προβεί στην έκδοση του εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου.
Αξίζει να σημειωθεί επίσης ότι, τόσο στην απόφαση Α.1229/2020, όσο και στην πρόσφατη Α.1178/2021, προβλέπεται ο έλεγχος και η διασταύρωση και των δηλώσεων στοιχείων ακινήτων (Ε9) για την εξαγωγή των ορθών αποτελεσμάτων των διασταυρώσεων. Βέβαια, αυτό εν προκειμένω (σ.σ. στις εξεταζόμενες περιπτώσεις) δεν έγινε από την Α.Α.Δ.Ε. όσον αφορά στις διασταυρώσεις των μισθωμάτων και των πραγματικών δικαιούχων αυτών, καθώς απ’ ότι φαίνεται τα λάθη από τους ενοικιαστές είναι πολλά με αποτέλεσμα αρκετοί φορολογούμενοι (ιδιοκτήτες) να υφίστανται την ταλαιπωρία της προσφυγής στη Δ.Ε.Δ. για να αποδείξουν ότι δεν είναι τελικά αυτοί που έχουν καρπωθεί το συγκεκριμένο εισόδημα.
Ενέργειες φορολογουμένου
Η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου κοινοποιείται στον φορολογούμενο ηλεκτρονικά, ήτοι με ειδοποίηση στην προσωπική θυρίδα του στο Taxisnet και σχετικό email.
Στην εκδοθείσα πράξη αναγράφονται τα στοιχεία εκείνα που έλαβε υπόψη της για τον κατ’ εκτίμηση προσδιορισμό της φορολογικής του υποχρέωσης.
Ο φορολογούμενος έχει τις εξής επιλογές:
α) Καταβολή του οφειλόμενου εντός 30 ημερών από την κοινοποίηση.
β) Υποβολή για το οικείο φορολογικό έτος δήλωσης φορολογίας εισοδήματος, συνυποβάλλοντας τα απαραίτητα δικαιολογητικά. Στην περίπτωση αυτή, η πράξη εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου παύει να ισχύει αυτοδικαίως και εκδίδεται άμεσα νέο εκκαθαριστικό σημείωμα. Εφόσον προκύψει μικρότερο ποσό οφειλής, το επιπλέον βεβαιωθέν ποσό διαγράφεται, το δε τυχόν επιπλέον καταβληθέν ποσό επιστρέφεται. Επίσης, επιβάλλονται οι κυρώσεις που προβλέπονται από τις διατάξεις του ΚΦΔ περί εκπρόθεσμης υποβολής δήλωσης.
γ) Ασκηση ενδικοφανούς προσφυγής εντός προθεσμίας 30 ημερών από την κοινοποίηση της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου.
δ) Υποβολή αίτησης ακύρωσης ή τροποποίησης της πράξης εκτιμώμενου προσδιορισμού φόρου σε περίπτωση πρόδηλης έλλειψης φορολογικής υποχρέωσης, αριθμητικού ή υπολογιστικού λάθους.
Να σημειώσουμε τέλος ότι η Δ.Ε.Δ., για λόγους χρηστής διοίκησης, σε ορισμένες περιπτώσεις ανηλίκων τα οποία είχαν υποχρέωση υποβολής δήλωσης για ενοίκια που εισέπραξαν, ακύρωσε τις πράξεις εκτιμώμενου προσδιορισμού του φόρου καθώς τα συγκεκριμένα ενοίκια είχαν δηλωθεί και φορολογηθεί ήδη από τους γονείς αυτών (βλ. ΔΕΔ Α 1848/2021 και ΔΕΔ Α 1869/2021).