Φορολογικός έλεγχος. Πως μπορείτε να τον αποφύγετε
Το τελευταίο διάστημα μία μετατόπιση του ενδιαφέροντος του φορολογικού ελέγχου σε ζητήματα ουσίας και όχι μόνο σε τυπικές παραβάσεις, ενώ ταυτόχρονα όλο και περισσότερο αξιοποιούνται οι διάφορες μορφές ανταλλαγής πληροφοριών με αλλοδαπές φορολογικές αρχές από τις οποίες αντλούνται χρήσιμες πληροφορίες για Ελληνικές επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται εκτός των συνόρων.
Επιπλέον, η Ανεξάρτητη Αρχή Δημοσίων Εσόδων, με στόχο την σημαντική αύξηση των εσόδων από την αντιμετώπιση της φοροδιαφυγής, προχωράει στον αυτόματο έλεγχο του επιπέδου διαβίωσης των φορολογουμένων και τον προσδιορισμό των φορολογητέων εισοδημάτων τους με έμμεσο τρόπο.
Ποια είναι τα σημαντικότερα ζητήματα λοιπόν που πρέπει να έχει στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός της μία επιχείρηση στο βαθμό που θέλει να αποφύγει την εμπλοκή της σε «περιπέτειες» με τις φορολογικές αρχές.
Κατά πρώτο λόγο, αυτό που πρέπει να μας ενδιαφέρει είναι ασφαλώς η αποφυγή του. Η επιλογή των επιχειρήσεων που θα ελεγχθούν βασίζεται κατά κανόνα στην επεξεργασία στοιχείων που συλλέγονται από τις ίδιες τις δηλώσεις των επιχειρήσεων, αλλά και από εξωτερικές πηγές (καταγγελίες, τραπεζικοί λογαριασμοί, προσωρινοί έλεγχοι από Σ.Δ.Ο.Ε. και πορίσματα κ.ο.κ.). Η αξιολόγηση των στοιχείων που υπάρχουν οδηγούν στο χαρακτηρισμό της επιχείρησης ως υψηλού κινδύνου ή όχι, για διάπραξη φοροδιαφυγής.
Σύμφωνα με τον κώδικα φορολογικής διαδικασίας «οι υποθέσεις που ελέγχονται κατά προτεραιότητα, επιλέγονται με απόφαση του Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων με βάση κριτήρια ανάλυσης κινδύνου, στοιχεία από εσωτερικές και εξωτερικές πηγές πληροφόρησης ή, εξαιρετικά, με βάση άλλα κριτήρια, τα οποία καθορίζονται από τον Διοικητή της Ανεξάρτητης Αρχής Δημοσίων Εσόδων και δεν δημοσιοποιούνται».
Έτσι διαφόρων ειδών «ανωμαλίες» όπως ενδεικτικά:
-Μη απόδοση κατά τρόπο συστηματικό ή κυρίως η μη υποβολή δηλώσεων παρακρατούμενων κυρίως φόρων.
– Η ύπαρξη καταγγελιών για μη έκδοση αποδείξεων ή άλλων φορολογικών παραβάσεων.
– Ο εντοπισμός διαφορών στους ανακεφαλαιωτικούς πίνακες ενδοκοινοτικών συναλλαγών (VIES) ή σημαντικών διαφορών στις καταστάσεις φορολογικών στοιχείων πελατών και προμηθευτών (ΜΥΦ).
– Η καταγραφή παραβάσεων από το ΣΔΟΕ ή άλλες αρχές.
– Η ύπαρξη δυσανάλογων μεγεθών στις οικονομικές καταστάσεις. Για παράδειγμα η ύπαρξη υψηλού ταμείου σε σχέση με τον ετήσιο τζίρο ή η ύπαρξη υψηλών αποθεμάτων σε σχέση με τις αγορές και τις πωλήσεις και γενικότερα η ύπαρξη μίας εικόνας των οικονομικών καταστάσεων και των αριθμοδεικτών τέτοια, που δε συμβαδίζει με τον μέσο όρο ομοειδών επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στον ίδιο κλάδο.
– Το φορολογικό πιστοποιητικό του ελεγκτή της επιχείρησης, εφόσον υπάρχει.
Τα παραπάνω αλλά και άλλα μικρότερης ίσως σημασίας κριτήρια, είναι προφανές παρά το γεγονός ότι δεν δημοσιοποιούνται, ότι αποτελούν στοιχεία που «μοριοδοτούν» την επιχείρηση και αυξάνουν την πιθανότητα να δεχθεί φορολογικό έλεγχο. Ωστόσο και οι επιχειρήσεις που δεν έχουν τέτοιου είδους προβλήματα, δεν είναι σε καμία περίπτωση δεδομένο ότι θα αποφύγουν τον έλεγχο, αφού μπορεί να επιλεγούν ως τυχαίο δείγμα.
Στην περίπτωση που μία επιχείρηση ελεγχθεί θα πρέπει εκτός των παραπάνω και εκτός των κλασικών επαληθεύσεων (ταμείου, αποθεμάτων, απόδοσης φόρων, δικαιώματος έκπτωσης επιχειρηματικών δαπανών κ.λπ.) να είναι σε θέση να ανταποκριθεί και σε πιο σύνθετους ελέγχους που αφορούν κατά κανόνα μεγάλου μεγέθους επιχειρήσεις. Ενδεικτικά πάλι, μπορούμε να αναφέρουμε:
– Την τεκμηρίωση των τιμών των ενδοομιλικών συναλλαγών. Πέρα της υποχρέωσης κατάρτισης επαρκούς φακέλου τεκμηρίωσης όταν οι συναλλαγές υπερβαίνουν το όριο που θέτει ο νόμος, θα πρέπει σε κάθε περίπτωση σε ενδοομιλικές συναλλαγές να τηρείται η αρχή των ίσων αποστάσεων
– Σε περιπτώσεις σύνθετων εταιρικών σχημάτων θα πρέπει η επιχείρηση να είναι σε θέση να αποδείξει ότι η εταιρική δομή που έχει υιοθετηθεί εξυπηρετεί εμπορικούς ή άλλους σκοπούς και δεν αποτελεί τεχνητή διευθέτηση που αποσκοπεί στην απόκτηση φορολογικού πλεονεκτήματος. Σε μία τέτοια περίπτωση μπορεί η επιχείρηση να θεωρηθεί υπεύθυνη διάπραξης φοροαποφυγής και να επωμιστεί υψηλές φορολογικές επιβαρύνσεις.
– Τέλος ιδιαίτερη προσοχή πρέπει να δοθεί στην περίπτωση που υπάρχουν αγορές αγαθών ή υπηρεσιών από χώρες μη συνεργάσιμες ή με προνομιακό φορολογικό καθεστώς καθώς κατ’ αρχήν τέτοιου είδους δαπάνες είναι φορολογικά μη εκπιπτόμενες και θα πρέπει η επιχείρηση να είναι σε θέση να αποδείξει την πραγματοποίηση της συναλλαγής και το εύλογο του τιμήματος.
Ποια έγγραφα όμως οφείλουμε να διαφυλάττουμε στο αρχείο μας και ποια είναι απαραίτητο να προσκομισθούν στα πλαίσια ενός φορολογικού ελέγχου;
Υπενθυμίζουμε, ότι η διαφύλαξη των εγγράφων είναι υποχρεωτική για μία πενταετία από την αρχή του επόμενου φορολογικού έτους υποβολής της φορολογικής δήλωσης, επί της ουσίας δηλαδή για έξι έτη (π.χ. η χρήση 2014 παραγράφεται την 31.12.2020).
Οι απορίες αυτές δεν είναι όμως έγνοια μόνο όσων έχουν κληθεί σε φορολογικό έλεγχο. Ομοίως ενδιαφέρονται και πολλοί φορολογούμενοι, οι οποίοι ακούγοντας για τους ελέγχους, θέλουν να γνωρίζουν:
– τι δικαιολογητικά πρέπει να έχουν στο αρχείο τους,
– τι θα προσκομίσουν σε περίπτωση που κληθούν για έλεγχο
Η απάντησή μας στα ερωτήματα αυτά, η οποία βασίζεται τόσο στα προβλεπόμενα στο νόμο όσο και σε όσα ζητούνται στην πράξη από τις φορολογικές αρχές, είναι πως δεδομένου ότι οι φορολογικοί έλεγχοι πραγματοποιούνται πλέον καταρχήν με τη διασταύρωση των τραπεζικών κινήσεων και ενίοτε με τη χρήση των έμμεσων τεχνικών ελέγχου πρέπει ο φορολογούμενος να έχει στη διάθεση του ελέγχου τα παρακάτω:
1. Όλα τα πρωτότυπα δικαιολογητικά που αφορούν τις ηλεκτρονικά υποβληθείσες δηλώσεις φορολογίας εισοδήματος των ελεγχόμενων ετών (π.χ. ασφάλιστρα, δίδακτρα σχολείων κ.λπ.).
2. Τα τηρηθέντα βιβλία και εκδοθέντα και ληφθέντα στοιχεία εσόδων και δαπανών, σε περίπτωση που ασκείται ελευθέριο επάγγελμα.
4. Αντίγραφα όλων των οικοδομικών αδειών ανέγερσης ακινήτων (αν και όπου συντρέχει περίπτωση) των διαχειριστικών περιόδων οι οποίες υπόκεινται ή ενδεχομένως υπαχθούν σε έλεγχο.
5. Πίνακα ελάχιστου κόστους Οικοδομής (Ε.Κ.Ο), σε περίπτωση ανέγερσης οικοδομής.
6. Μισθωτήρια συμβόλαια για τυχόν εκμίσθωση ή μίσθωση οικοδομών, οικοπέδων, αγροτεμαχίων καθώς και οικοπέδων σας επί των οποίων ανεγέρθηκαν οικοδομές από τρίτους.
7. Τα αποδεικτικά στοιχεία των εμβασμάτων που στάλθηκαν στο εξωτερικό ή από το εξωτερικό καθώς και οποιοδήποτε άλλο τραπεζικό παραστατικό σχετικό μ’ αυτά.
8. Κατάσταση με το σύνολο των χρηματοοικονομικών προϊόντων (ομόλογα, μετοχές, ρέπος κλπ) και των τραπεζικών λογαριασμών (ταμιευτηρίου, προθεσμίας όψεως κλπ) στην Ελλάδα και στην αλλοδαπή, ατομικά ή ως συνδικαιούχος με οποιοδήποτε τρίτο πρόσωπο, στην οποία να αναγράφονται: α) το Πιστωτικό Ίδρυμα, β) το είδος προϊόντος (π.χ. λογαριασμός ταμιευτηρίου, ομόλογο κλπ), γ) ο αριθμός ταυτοποίησης του προϊόντος, δ) τα στοιχεία (ονοματεπώνυμο ή επωνυμία, Α.Φ.Μ.) των τυχόν συνδικαιούχων, τις αναλυτικές κινήσεις των χρηματοοικονομικών προϊόντων και τραπεζικών λογαριασμών κατά τις χρήσεις που αφορά το ληφθέν αίτημα παροχής πληροφοριών. Επειδή στον έλεγχο πρέπει να δικαιολογούνται όλες οι πραγματοποιηθείσες κινήσεις που έχουν λάβει χώρα, θα πρέπει να τηρούνται αντίγραφα και δικαιολογητικά όλων των συναλλαγών.
9. Σε περίπτωση που συμμετέχετε σε οποιασδήποτε μορφής νομικό πρόσωπο, απαιτείται η φύλαξη παραστατικών για το πλήθος και το είδος των συναλλαγών με αυτό, αυξήσεις ή μειώσεις κεφαλαίων καθώς και τυχόν αμοιβές ή μερίσματα που εισπράξατε.
10. Στοιχεία για τυχόν εισοδήματά σας ή έσοδα από ασφαλιστικά προγράμματα.
11. Για τη συμμετοχή σας σε εταιρείες, ανεξαρτήτως αν δραστηριοποιούνται στην Ελλάδα ή και εκτός αυτής, κατάσταση στην οποία να περιέχονται τα στοιχεία των εταιρειών αυτών (επωνυμία, έδρα, χρόνος σύστασης, κεφάλαιο, αντικείμενο εργασιών, δ/νση επικοινωνίας, τηρούμενοι εταιρικοί τραπεζικοί λογαριασμοί), το ποσοστό συμμετοχής σας και το είδος της σχέσης σας με τις εν λόγω εταιρείες (μέτοχος, νόμιμος ιδιοκτήτης, εκπρόσωπος κλπ), προσκομίζοντας έγγραφα, συμφωνητικά, καταστατικά, μετοχολόγιο και οποιαδήποτε λοιπά στοιχεία που διαθέτετε και αποδεικνύουν τη σχέση σας με τις εταιρείες αυτές.
12. Αποδεικτικά στοιχεία και πληροφορίες για την πραγματική πηγή ή αιτία προέλευσης των χρηματικών ποσών των τραπεζικών σας λογαριασμών και λοιπών χρηματοοικονομικών προϊόντων. Χαρακτηριστικά παραδείγματα εσόδων που πρέπει να δικαιολογηθούν με την προσκόμιση των αποδεικτικών τους είναι τα κέρδη από λαχεία, αμοιβαία κεφάλαια, η πώληση μετοχών για την ενδεχόμενη υπεραξία τους κ.α..
Πλέον παράλληλα με τις εντολές ελέγχου, και τα αιτήματα παροχής πληροφοριών κοινοποιείται και έγγραφο με το οποίο καλούνται να υποβάλουν εκπρόθεσμη φορολογική δήλωση για τα όποια ενδεχόμενα αδήλωτα εισοδήματα. Εφόσον υπάρχει τέτοιο ενδεχόμενο, η απόφαση δεν πρέπει να ληφθεί ελαφρά τη καρδία. Όλοι οι φορολογούμενοι που θα κάνουν συμπληρωματική δήλωση πρέπει να γνωρίζουν ότι η παραγραφή του δικαιώματος ελέγχου στην περίπτωση αυτή παρατείνεται.
Ιδιαίτερα σημαντική τέλος είναι και η πολιτική που θα ακολουθήσει μία επιχείρηση μετά τον έλεγχο. Η δυνατότητα που έχει είναι κατ’ αρχήν η ενδικοφανής προσφυγή, η οποία μπορεί να ασκηθεί εντός διαστήματος 60 ημερών από την κοινοποίηση των πράξεων διορθωτικού προσδιορισμού του φόρου.
Θα πρέπει εντός αυτού του διαστήματος να συγκεντρωθούν όλα εκείνα τα στοιχεία που θα στηρίξουν μία τέτοια προσφυγή και να μελετηθεί και στη συνέχεια ελεγχθεί προσεκτικά η έκθεση ελέγχου. Εκεί θα πρέπει να εξεταστούν εκτός από τα ουσιαστικά στοιχεία και διαδικαστικά ζητήματα, όπως π.χ. πιθανότητα παραγραφής, τυπικές ελλείψεις στην έκθεση ελέγχου ή της πράξη προσδιορισμού του φόρου κ.λπ.
Αυτό που καθίσταται προφανές από τα παραπάνω είναι ότι το βασικότερο στοιχείο για την προστασία της επιχείρησης είναι η σωστή προετοιμασία. Πολλές φορές κάποια σημεία ή διαδικασίες ή πολιτικές της επιχείρησης εγκυμονούν κινδύνους, οι οποίοι μπορεί να μην είναι καν αντιληπτοί. Για αυτό το λόγο καλό θα είναι περιοδικά οι επιχειρήσεις να εξετάζουν π.χ. μέσω προσομοιώσεων φορολογικών ελέγχων ή άλλων διαδικασιών, τους πιθανούς κινδύνους και να λαμβάνουν εγκαίρως μέτρα προστασίας τους.